Διεθνή “success stories” θα μπορούσαν να αποτελέσουν έμπνευση για τη Θεσσαλονίκη


Γράφει ο Άγγελος Ν. Βάσσος

Ο “Θ.Κ.ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΙΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΠΟΛΕΩΝ Ή ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ, ΜΕ “ΕΞΥΠΝΕΣ” ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ, ΝΑ ΠΑΡΟΥΝ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΤΟΥΣ ΜΕΛΛΟΝ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΑΣΤΡΕΨΟΥΝ ΤΗ ΦΘΙΝΟΥΣΑ ΠΟΡΕΙΑ ΔΕΚΑΕΤΙΩΝ

ΣΗΜΕΡΑ, ΤΟ ΜΠΙΛΜΠΑΟ της Ισπανίας είναι μία από τις πλέον ελκυστικές πόλεις πανευρωπαϊκά: κάθε χρόνο υποδέχεται περισσότερους από ένα εκατομμύριο τουρίστες και καμαρώνει για το περίφημο Μουσείο Γκούγκενχάιμ, που θεωρείται όχι απλώς ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό δημιούργημα αλλά και σύμβολο μιας εντυπωσιακής μεταμόρφωσης. Κι όμως, δεν έχουν περάσει καλά καλά ούτε 26 χρόνια από το 1984, όταν το Μπιλμπάο ήταν -διεθνώς- σχεδόν συνώνυμο με την έννοια της κρίσης. Η βιομηχανία έφθινε, τα ποσοστά ανεργίας πλησίαζαν το 30%, το ιστορικό κέντρο είχε καταστραφεί από τις μεγάλες πλημμύρες του 1983, το αστικό περιβάλλον υπέφερε από τη μόλυνση και η καθαριότητα στους δρόμους και την ατμόσφαιρα ήταν κάθε άλλο παρά επαρκής...
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, η Θεσσαλονίκη δεν απέχει πολύ από το Μπιλμπάο. Είναι και αυτή μια πόλη με πλούσιο ιστορικό παρελθόν, αξιόλογο παρόν και ιδιαίτερες δυνατότητες. Διαθέτει αρκετά καλή μουσειακή υποδομή (Αρχαιολογικό Μουσείο, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Μονή Λαζαριστών, Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Τεχνικό Μουσείο, Εβραϊκό Μουσείο, Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών κ.λπ.), φιλοξενεί διεθνείς οργανισμούς (CEDEFOP, Παρευξείνια Τράπεζα, Κέντρο Διεθνούς & Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου, Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού, Ινστιτούτο Διαβαλκανικής Ανάπτυξης & Τεχνολογίας, Οργανισμός Ανασυγκρότησης των Βαλκανίων, Βαλκανικό Κέντρο Τύπου κ.ά.), ενώ και ο πληθυσμός τού νομού καταγράφει δυναμική ανάπτυξη (από 710.352 άτομα το 1971 έφτασε τα 1.112.870 άτομα το 2004, σημειώνοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής +1,1% στο διάστημα 1991-2001, έναντι μέσου όρου +0,8% στην Αττική και +0,7% στο σύνολο της χώρας (στοιχεία Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος-ΕΣΥΕ). Κι όμως, αυτή η πόλη σήμερα καρκινοβατεί, αδυνατώντας επί χρόνια να εκμεταλλευτεί το διαθέσιμο (ανθρώπινο και υλικό) δυναμικό της με επιτυχία αντίστοιχη άλλων ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, περιοριζόμενη στην καταγραφή των προβλημάτων, χωρίς παράλληλα να προτείνει ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο που θα μπορούσε να συντονίσει δράσεις και έργα μεταξύ των δήμων που συναποτελούν την ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης.

ΤΟ ΙΣΠΑΝΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΗΣ “ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ”
Το “θαύμα του Μπιλμπάο”, όπως αποκαλείται από πολλούς, έχει -προφανώς- πολύ περισσότερες πλευρές από το Μουσείο Γκούγκενχάιμ... Οι φορείς της πόλης, προωθώντας μια μακρά λίστα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, πέτυχαν να αλλάξουν το οικονομικό μοντέλο, τον τρόπο λειτουργίας της αυτοδιοίκησης και συμμετοχής των πολιτών στις αποφάσεις, αλλά και το μοντέλο σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Παράλληλα, για τη “μεταμόρφωση” του Μπιλμπάο επινοήθηκαν χρήσιμα εργαλεία, όπως η «Bilbao Ria 2000», μια εταιρία όπου μέτοχοι είναι το κράτος, η αυτοδιοίκηση, η περιφέρεια, το δημοτικό συμβούλιο της πόλης κ.ά.
Οι αλλαγές έγιναν με επίκεντρο τη Ria de Bilbao (ή, με άλλα λόγια, τον ποταμό Νερβιόν). Στο πλαίσιο αυτό, η Ria de Bilbaο σχεδιάστηκε έτσι ώστε να ενώνει το παρελθόν με το μέλλον, την τέχνη με την τεχνολογία, τις οικιστικές χρήσεις με την εργασία, τη διασκέδαση με τον πολιτισμό και τα πανεπιστήμια με τις εταιρίες. Με τον τρόπο αυτό, η Ria “μεταμορφώθηκε” σε βασικό άξονα καινοτομίας και κοινωνικής ενσωμάτωσης. Παράλληλα, το κατεστραμμένο ιστορικό κέντρο αποκαταστάθηκε και η κίνηση πεζών και οχημάτων έφτασε σε επίπεδα που ουδείς μπορούσε να φανταστεί πριν από 25 χρόνια, με ένα “πλέγμα” πεζοδρόμων, ποδηλατοδρόμων και πλατειών, αλλά και με ενισχυμένη χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς. Η πόλη έχει ακόμη και το δικό της «προάστιο γνώσης», μέσω του πρότζεκτ «Isla de Zorroaurre», στην καρδιά της Ria.

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΙΑΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
Στην περίπτωση του Μπιλμπάο, η “μεταμόρφωση” ήρθε μέσα από την προώθηση ενός συνολικού “πλέγματος” δράσεων και πολιτικών, που “αγκάλιασαν” την πόλη τόσο στα μικρά όσο και στα μεγάλα. Στη διεθνή εμπειρία, ωστόσο, δεν λείπουν τα παραδείγματα πόλεων που κατάφεραν να αποκτήσουν αναπτυξιακό προβάδισμα μέσα από την καλλιέργεια του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους ως εκθεσιακών μητροπόλεων. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, μάλιστα, μεταφερόμενο στον “μικρόκοσμο” της Θεσσαλονίκης, εντάσσεται και η πρόταση που προ μηνών επανέλαβε ο καθηγητής του τμήματος Αρχιτεκτόνων και πρόεδρος του τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Νίκος Καλογήρου, για μετεγκατάσταση της ΔΕΘ στο αγρόκτημα του ΑΠΘ, στην ανατολική Θεσσαλονίκη, αντί της δυτικής, που προτάθηκε από την αρμόδια γνωμοδοτική επιτροπή φορέων.
Στην περίπτωση πόλεων του εξωτερικού που “άνθισαν” μέσα από την ανάπτυξη ή τη διεύρυνση του ρόλου τους ως εκθεσιακών κέντρων, η ανάλυση και η αξιολόγηση της διεθνούς εμπειρίας μάς δίνει τρεις βασικές αρχές, οι οποίες σχετίζονται κατ' αρχήν με τη χωροθέτηση των εκθεσιακών κέντρων και τη σχέση τους με τον αστικό ιστό, αλλά και με τον λειτουργικό προγραμματισμό και τον σχεδιασμό ενός νέου εκθεσιακού κέντρου.
Έτσι, στις περισσότερες περιπτώσεις τα εκθεσιακά κέντρα βρίσκονται χωροθετημένα στις περιφέρειες των πόλεων, συχνά σε άμεση επαφή με τα αεροδρόμια της περιοχής και πάντοτε σε άμεση σύνδεση με τα υπερτοπικά δίκτυα κυκλοφορίας. Η χωροθέτηση των εκθεσιακών κέντρων κοντά σε αεροδρόμια (χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της Στουτγκάρδης, της Μαδρίτης, του Παρισιού, αλλά και -πιο κοντά στα θεσσαλονικιώτικα δεδομένα- της Λισαβόνας και του Μονπελιέ) αποτελεί μια συνηθισμένη πρακτική, η οποία προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως η εύκολη προσβασιμότητα (επισκεπτών, εκθετών, αντιπροσώπων, κ.λπ.). Παράλληλα, η γειτνίαση με το αεροδρόμιο συμβάλλει στη συγκέντρωση άλλων σχετικών χρήσεων πέρα από αυτήν της έκθεσης (συνεδριακά κέντρα, ξενοδοχεία, εμπορικά κέντρα κοκ.), ενώ διευκολύνεται και η μεταφορά των εμπορευμάτων, των εκθεμάτων και των υλικών κατασκευής.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και το υγρό στοιχείο, όταν αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό του περιβάλλοντος στον χώρο εγκατάστασης των εκθεσιακών κέντρων. Η Βαρκελώνη, η Γλασκόβη, η Λισαβόνα, η Σαραγόσα και το Μονπελιέ αποτελούν τέτοιες περιπτώσεις, όπου το νερό, ως στοιχείο είτε του θαλάσσιου μετώπου είτε της κοίτης του ποταμού, εντάσσεται οργανικά στη δραστηριότητα του εκθεσιακού κέντρου και αποτελεί βασικό παράγοντα αναψυχής. Η ίδια η περιβαλλοντική ένταξη του υγρού στοιχείου εκτιμάται ως πλεονέκτημα ενός εκθεσιακού κέντρου. Αυτό κατέστη ιδιαίτερα εμφανές στην περίπτωση της Σαραγόσας, με την επιτυχημένη διεκδίκηση της Expo2008 (στην οποία το νερό αλλά και γενικότερα το υγρό στοιχείο αποτέλεσε κεντρικό θέμα ολόκληρης της διοργάνωσης). Αντίστοιχα, είναι ιδιαίτερα γνωστή η περίπτωση της προγενέστερης Expo της Λισαβόνας, η οποία (χωροθετημένη σε άμεση επαφή με το θαλάσσιο μέτωπο και ενσωματώνοντας ένα πλήθος σχετικών δραστηριοτήτων) συγκέντρωσε όλες τις προϋποθέσεις για τη μετέπειτα βιώσιμη ανάπτυξη του εκθεσιακού κέντρου. Τα εκθεσιακά κέντρα στη Βαρκελώνη και στο Λονδίνο έχουν, επίσης, αξιοποιήσει το υγρό στοιχείο για τη διοργάνωση δραστηριοτήτων αναψυχής και για την προσέλκυση επισκεπτών, σε συνδυασμό με το εκάστοτε εκθεσιακό ή άλλο γεγονός. Στο πλαίσιο αυτό, μαρίνες, ναυταθλητικά κέντρα και άλλες παραθαλάσσιες δραστηριότητες βρίσκονται εγκαταστημένες σε άμεση γειτνίαση με τα εκθεσιακά κέντρα των συγκεκριμένων πόλεων.

ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ ΩΣ ΜΟΧΛΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Η ανάπτυξη επιχειρηματικών συστάδων (business clusters ή cluster initiatives, όπως προτάθηκε από τον Μάικλ Πόρτερ το 1990) προσέλκυσε γρήγορα και εξακολουθεί να προσελκύει το ενδιαφέρον κρατών, συμβούλων και ακαδημαϊκών, με δεδομένο ότι θεωρείται εξαιρετικό μέσο υποκίνησης της αστικής και της περιφερειακής οικονομικής ανάπτυξης. Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της κατηγορίας είναι και η περίπτωση της Sophia Antipolis, στον γαλλικό Νότο.
Στη Sophia Antipolis (αλλά και σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, πανευρωπαϊκώς και παγκοσμίως), παρά το γεγονός ότι κατ' αρχήν σκοπός των επιχειρηματικών συστάδων είναι η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης μέσα στη συστάδα με τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ενός ή περισσότερων επιχειρησιακών τομέων, δίνεται ιδιαίτερο βάρος στη διαφοροποίηση αυτών των δημόσιων/ ιδιωτικών οργανισμών από εκείνους που χαράσσουν πολιτική σε διαφορετικά επίπεδα (π.χ. κυβερνητικές μονάδες, όπως το γαλλικό υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας, και υπερεθνικούς οργανισμούς, όπως ο ΟΟΣΑ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή). Έτσι, στη Sophia Antipolis οι επιχειρηματικές συστάδες στοχεύουν σε πρωτοβουλίες προγραμμάτων μεταξύ διαφορετικών φορέων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα (όπως εταιρίες, κρατικές αντιπροσωπείες και ακαδημαϊκά ινστιτούτα) που αφορούν γενικώς ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων (π.χ., ανάπτυξη αλυσίδων εφοδιασμού, υπηρεσίες ‘‘επωαστήρων’’, προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, σπουδές διοίκησης επιχειρήσεων, κοινά προγράμματα Ε&Α, μάρκετινγκ της περιοχής και καθιέρωση τεχνικών προτύπων).
Οι επιχειρηματικές συστάδες στην περίπτωση τής Sophia Antipolis αποτελούν γεωγραφικές συγκεντρώσεις διασυνδεδεμένων επιχειρήσεων, προμηθευτών και συναφών οργανισμών σε έναν ιδιαίτερο τομέα. Μάλιστα, τυγχάνουν της υποστήριξης πολλών κρατικών προγραμμάτων, θεωρούμενες -όπως ισχύει διεθνώς- ως αυξητικοί παράγοντες της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων σε κρατικό ή συνολικό επίπεδο, με την αύξηση της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων στη συστάδα, με την προώθηση της τομεακής καινοτομίας και με την προώθηση των νέων επιχειρήσεων σε συστάδες τομέων.
Σε ό,τι αφορά τις πρακτικές λεπτομέρειες, οι επιχειρηματικές μονάδες στη Sophia Antipolis χωροθετούνται βάσει (01) της συγκέντρωσης ικανών πόρων και ειδικοτήτων που προσεγγίζουν ένα κρίσιμο ελάχιστο όριο, (02) της βασικής θέσης σε έναν δεδομένο οικονομικό κλάδο δραστηριοτήτων και (03) του αποφασιστικού, βιώσιμου και ανταγωνιστικού τομεακού πλεονεκτήματός τους συγκριτικά με άλλες περιοχές (σημειωτέον ότι και οι τρεις συστάδες τής Sophia Antipolis είναι προσανατολισμένες στην υψηλή τεχνολογία).
Ως γενική αρχή, η Sophia Antipolis αποτελεί πηγή επιχειρηματικότητας και επιχειρηματικών συστάδων που ενθαρρύνουν την καινοτομία κυρίως στην υψηλή τεχνολογία και σε άλλα όμορα πεδία. Περιλαμβάνει πολλά είδη οργανισμών για την υποστήριξη δυνητικών επιχειρηματιών, όπως ειδικούς κρατικούς φορείς, επιχειρηματικούς ‘‘επωαστήρες’’, επιστημονικά πάρκα και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ). Εκεί, το επιχειρηματικό πνεύμα προωθείται από τα λεγόμενα ‘‘επωαστήρια’’, απ' όπου οι επιχειρήσεις μπορούν να ξεκινήσουν σε μικρή κλίμακα, επιμερίζοντας μεταξύ τους υπηρεσίες και χώρο, μέχρι την επίτευξη ικανού μεγέθους ώστε να είναι αυτόνομα βιώσιμες. Από τις επιχειρήσεις τής Sophia Antipolis, το 36% είναι προσανατολισμένες στην έρευνα και την τεχνολογία, ενώ το υπόλοιπο 64% είναι χωρισμένο σε υποκατηγορίες, που ταξινομούνται σε «συνδέσμους και λέσχες», «επαγγελματικές εταιρίες», «υπηρεσίες και κατασκευή» και «εμπόριο», όπως επίσης και σε κάποιες άλλες, που περιλαμβάνουν ένα ευρύτερο φάσμα δραστηριοτήτων (ιατρικές, νομικές, τραπεζικές, ξενοδοχειακές κοκ.).
Με στόχο την προσέλκυση επιχειρήσεων, η τεχνόπολη τής Sophia Antipolis προσφέρει ποικιλία οικονομικών κινήτρων (π.χ. ευρωπαϊκές, γαλλικές και περιφερειακές επιχορηγήσεις και δάνεια), που ποικίλουν ανάλογα με το ύψος της επένδυσης, τον αριθμό τών υπό δημιουργία θέσεων εργασίας και το σχετικό επίπεδο μεταφοράς τεχνολογίας. Παράλληλα, είναι δυνατή η έως και κατά 50% μείωση των εταιρικών φόρων για περίοδο πέντε ετών, ενώ οι επιχειρήσεις απαλλάσσονται και από τους τοπικούς φόρους. Παράλληλα, στην περίπτωση τής Sophia Antipolis το ενδιαφέρον έχει εστιαστεί στη διατήρηση χώρων πρασίνου. Οι οικοδομικοί περιορισμοί επιτρέπουν οικιστική ανάπτυξη/ δόμηση μόνο στο 1/3 της έκτασης της τεχνόπολης, ενώ τα 2/3 διατηρούνται και προστατεύονται ως ελεύθεροι χώροι και χώροι πρασίνου. Τα κτίρια είναι σε αρμονία με το τοπίο και όχι ψηλότερα από τους λόφους τής γύρω περιοχής. Αυτή η αναπτυξιακή φιλοσοφία συμβάλλει στη διατήρηση του χαρακτήρα του πάρκου ως συνδυασμού χώρου εργασίας και αναψυχής.
Η συνεπής τήρηση αυτού του αναπτυξιακού μοντέλου έχει ως αποτέλεσμα η τεχνόπολη της Sophia Antipolis να καταγράφει σήμερα (μετά από 40 και πλέον έτη λειτουργίας σε περιοχή έκτασης 23 τετραγωνικών χιλιομέτρων μεταξύ της Αντίμπ και της Νίκαιας, στη μεσογειακή ακτή της Γαλλίας) μια ιδιαίτερα επιτυχή διαδρομή ως τεχνόπολη, και στις τρεις επιχειρησιακές συστάδες της (Πληροφορικής, ηλεκτρονικής, δικτύων & επικοινωνιών, Γεωεπιστημών & επιστημών υγείας και Βιοτεχνολογίας). Σήμερα, έχει περισσότερα από 68 κράτη-επενδυτές, φιλοξενεί 1.300 επιχειρήσεις και απασχολεί 30.000 άτομα. Βάσει των προαναφερθέντων επενδυτικών, επιστημονικών, τεχνογνωστικών και οικονομικών στοιχείων της, έχει καταστεί παγκόσμιο κέντρο καινοτομίας και επιτυχούς προώθησης των μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας.

ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΜΙΜΗΣΗ
Άλλα γνωστά παραδείγματα επιτυχημένων επιχειρηματικών συστάδων παγκοσμίως είναι:
>> Η Silicon Valley (Καλιφόρνια, ΗΠΑ), στον τομέα της τεχνολογίας υπολογιστών.
>> Η κοιλάδα της Νάπα (Καλιφόρνια, ΗΠΑ), μια από τις μεγαλύτερες οινοπαραγωγικές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών.
>> Η Μπάνγκαλορ (Ινδία), για τη μεταφορά λογισμικού.
>> Το Παρίσι (Γαλλία), για την υψηλή ραπτική.
>> Η Τουλούζη (Γαλλία), για το αεροδιάστημα.
>> Το Albany Tech Valley (στην πολιτεία της Νέας Υόρκης των ΗΠΑ), για τη νανοτεχνολογία.
>> Το Φινλανδικό Ναυτικό Κέντρο.
Σε γενικές γραμμές, οι επιχειρηματικές συστάδες διακρίνονται σε δύο τύπους:
>> Στις προσανατολισμένες στην υψηλή τεχνολογία, καλά προσαρμοσμένες στην οικονομία της γνώσης και με πυρήνα γνωστά πανεπιστήμια ή ερευνητικά κέντρα, όπως η Silicon Valley στην Καλιφόρνια.
>> Στις “ιστορικές”/ βασισμένες στην τεχνογνωσία, δηλαδή σε εκείνες που ποντάρουν σε παραδοσιακότερες δραστηριότητες με συγκριτικό πλεονέκτημα στη διάρκεια ετών (ή ακόμη και αιώνων). Αφορούν συχνά συγκεκριμένες βιομηχανίες.

Πόλεις κατά... παραγγελίαν!
...Ή ΟΤΑΝ ΟΙ ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΜΗΔΕΝ

ΟΛΟΕΝΑ ΚΑΙ ΣΥΧΝΟΤΕΡΑ έρχονται τελευταία στο προσκήνιο οι περιπτώσεις των περίφημων “τεχνητών πόλεων”, των πόλεων δηλαδή που δημιουργήθηκαν κατόπιν παραγγελίας(!), συνήθως για να εξυπηρετήσουν τις διοικητικές ανάγκες μιας χώρας. Κι αν το σενάριο αυτό σάς ακούγεται μελλοντολογικό, θα εκπλαγείτε μαθαίνοντας ότι τέτοιες πόλεις υπάρχουν ήδη, ενώ στη λίστα ετοιμάζονται σύντομα να προστεθούν και άλλες (σε χώρες που ίσως δεν θα περιμένατε), με μία εξ αυτών να κατασκευάζεται, μάλιστα, από ιδιώτη(!).
Από τα πιο γνωστά παραδείγματα είναι η Μπραζίλια (http://en.wikipedia.org/wiki/Brazilia), η πρωτεύουσα της Βραζιλίας, ενώ αντίστοιχα παραδείγματα αποτελούν η Ουάσινγκτον(!) στις ΗΠΑ, η Αμπουτζά στη Νιγηρία, η Καμπέρα στην Αυστραλία, το Νέο Δελχί της Ινδίας, αλλά και η Ισλαμαμπάντ του Πακιστάν, που χτίστηκε σε σχέδια του (ελληνικού) γραφείου Δοξιάδη (μπορείτε να βρείτε περισσότερες πληροφορίες κλικάροντας στη διεύθυνση http://www.doxiadis.org/page/default.asp?la=1&id=49;).
Μεταξύ όλων αυτών των περιπτώσεων υπάρχει κι ένα ελληνικό παράδειγμα, έστω και σε μικρογραφία: πρόκειται για τα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας, μια κωμόπολη που χτίστηκε ειδικά για τις ανάγκες στέγασης των εργαζομένων στην “Αλουμίνιον της Ελλάδος” (πρώην “Πεσινέ”). Μπορείτε να διαβάσετε (και να δείτε) περισσότερα στην ιστοσελίδα http://aspra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=44&Itemid=27.
Από τα πλέον σύγχρονα και αξιοσημείωτα παραδείγματα είναι αυτό της Πουτρατζάγια (περισσότερες πληροφορίες στην e-διεύθυνση http://en.wikipedia.org/wiki/Putrajaya), της σχεδιαζόμενης νέας διοικητικής πρωτεύουσας της Μαλαισίας, που χτίζεται ανάμεσα στην Κουάλα Λούμπουρ και στο διεθνές αεροδρόμιο Klia. Σχεδιασμένη ώστε να περικυκλώνεται” από χιλιάδες στρέμματα πράσινου και με απίστευτες υποδομές, η Πουτρατζάγια φιλοδοξεί να γίνει σημείο αναφοράς και εμπορικό κέντρο ολόκληρης της Ασίας. Παράλληλα, δίπλα της αναπτύσσεται η Σαϊμπερτζάγια (διαβάστε περισσότερα στην ιστοσελίδα http://en.wikipedia.org/wiki/Cyberjaya), μια πόλη με έμφαση στα “έξυπνα” δίκτυα και τις νέες τεχνολογίες, που φιλοδοξεί να γίνει η Silicon Valley της Ασίας -γι' αυτό και θα αποτελέσει έδρα σχετικού πανεπιστημίου. Το εντυπωσιακότερο όλων είναι ότι, χάρη στα έσοδα από την εξόρυξη πετρελαίου, οι Μαλαισιανοί δεν χτίζουν απλώς νέες πόλεις, αλλά αλλάζουν ολόκληρη τη χώρα τους, μέσα από ένα μεγαλόπνοο πρότζεκτ που περιλαμβάνει μια τεράστια έκταση και έχει ως στόχο να αναπτύξει την οικονομία της χώρας και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των πολιτών της χωρίς να βασίζεται αποκλειστικά στην πετρελαιοπαραγωγή.
Το δικό της παράδειγμα έχει και η Νότια Κορέα, με τη Σόνγκντο: μια πόλη που φιλοδοξεί να υποκαταστήσει τη Σεούλ, αλλά και τις πρωτεύουσες των όμορων χωρών ως κυρίαρχο λιμάνι και διαμετακομιστικός κόμβος. Η πόλη αναμένεται να είναι έτοιμη το 2014 και, μεταξύ άλλων, έχει “υιοθετήσει” στοιχεία από άλλες περιοχές, όπως το Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης και τα κανάλια της Βενετίας(!). Αν θέλετε μια πρόγευση από το εγγύς μέλλον, δείτε το επίσημο βίντεο προώθησης της νέας νοτιοκορεατικής μητρόπολης, κλικάροντας στη διεύθυνση http://www.youtube.com/watch?v=V2uzo-xzta0&feature=player_embedded.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου